Άσσοι του Γηπέδου (πλήρες)



Οι «Άσσοι του Γηπέδου» υπήρξαν μια αξιόλογη και πρωτότυπη, ίσως και φιλόδοξη, έκδοση που ωστόσο δεν μακροημέρευσε. Μόλις τέσσερα εβδομαδιαία τεύχη.
Εμπνευστής και διευθυντής της σειράς ο Απόστολος Μαγγανάρης, ο οποίος εκτός από τη «Μάσκα» των τριών πρώτων της περιόδων της έστησε και διηύθυνε αρκετά ακόμα επιτυχημένα λαϊκά περιοδικά.
Οι «Άσσοι του Γηπέδου- αθλητικές περιπέτειες» αν και περιείχαν όλα τα στοιχεία των... μαγγανάρειων προδιαγραφών, είναι προφανές ότι δεν θα μπορούσε να πει κανένας ότι εμπορικά υπήρξε επιτυχημένο για λόγους οι οποίοι δεν εντοπίζονται. Ίσα-ίσα όπου όλα συνηγορούσαν για το αντίθετο.
Το concept της σειράς ήταν απλό. Πρόκειται για fiction βιογραφίες διασήμων ξένων ποδοσφαιριστών-ινδαλμάτων της εποχής και συγκεκριμένα της δεκαετίας του ’50 γραμμένες από μερικούς εκ των καλυτέρων Ελλήνων συγγραφέων της λαϊκής λογοτεχνίας. Υπήρχε ένας κορμός πραγματικών βιογραφικών στοιχείων μέσα στον οποίο ο συγγραφέας ενέθετε μια φανταστική περιπέτεια του ήρωα.
Η περιπέτεια δεν εξαντλούσε το σύνολο των σελίδων του περιοδικού. Πλαισιωνόταν από δύο ή τρία ακόμα θέματα ποδοσφαιρικού περιεχομένου: ένα μικρότερο διήγημα, ευθυμογράφημα και μια συνέντευξη. Το εξώφυλλο και η εσωτερική εικονογράφηση του κεντρικού θέματος ήταν του Βύρωνα Απτόσογλου, που υπέγραφε παντού και πάντα ως Byron. Πιθανώς, δική του εικονογράφηση ήταν και το πορτρέτο Έλληνα ποδοσφαιριστή στο οπισθόφυλλο.
 Για τη διακοπή της έκδοσης δεν είχε υπάρξει αναγγελία. Απλώς, στο τέταρτο και τελευταίο τεύχος της σειράς, προαναγγέλθηκε για το επόμενο τεύχος η βιογραφία του Γκαρρίντσα, ο οποία είχε ήδη δημοσιευτεί στο προηγούμενο!


Ταυτότητα έκδοσης: 

Εκδότης ο Χρήστος Γεωργόπουλος, διευθυντής ο Απόστολος Μαγγανάρης, σελίδες α/μ εκτύπωσης 32 και τετράχρωμο εξώφυλλο- οπισθόφυλλο. Διαστάσεις: 17,5 Χ12,0 εκατ. τιμή: δρχ. 2. Χρονολογία έκδοσης: αρχή δεκαετίας ’60.

Γιώργος Βλάχος
24-11-2015









---------------------------------------------------------------------------------------------------------


#1) Ραϋμόν Κοπά: Λεοντάρι στο Κλουβί

Με το «Λιοντάρι στο Κλουβί» ολοκληρώνεται η μίνι σειρά τεσσάρων τευχών του περιοδικού «Άσσοι του Γηπέδου», που τελικά, όλα δείχνουν ότι κυκλοφόρησε το 1959.
Πρωταγωνιστής της περιπέτειας είναι ο Γάλλος, πολωνικής καταγωγής, επιθετικός μέσος (ντεμί, με την ορολογία της εποχής) Ραϊμόν Κοπά (Κοπασέβσκι -γενν. 1934). Ήταν ένα ποδοσφαιριστής εξαιρετικής τεχνικής στον χειρισμό της μπάλας, αλλά εκείνο που τον είχε κάνει περισσότερο διάσημο ήταν η ικανότητά του να οργανώνει και να κατευθύνει το παιχνίδι των συμπαικτών του με ευφυείς πρωτοβουλίες και για τον λόγο αυτό στην πατρίδα του την Γαλλία είχε τα προσωνύμια «Μικρός Ναπολέων» και γενικά για την ηγετική παρουσία του στο τερραίν ήταν ο «στρατηγός Κοπά».
Το αφήγημα είναι μια φανταστική εξωγηπεδική περιπέτεια με πρωταγωνιστή τον Κοπά στην ισπανική περίοδο της καριέρας του και συγκεκριμένα στο διάστημα 1956-1959 όπου έπαιζε στην Ρεάλ Μαδρίτης με συμπαίκτες παγκόσμιους θρύλους εκείνης της εποχής, όπως ο Πούσκας, ο Ντι Στέφανο, ο Χέντο και όλοι εκείνοι που έδωσαν στη «βασίλισσα» της Μαδρίτης τους πέντε πρώτους και συνεχόμενους τίτλους της πρωταθλήτριας Ευρώπης!
Ο Κοπά γοητεύεται από τα μάτια μιας όμορφης σπανιόλας και πέφτει σε παγίδα συμμορίας που τον φυλακίζει για α μην παίξει στο κρίσιμο παιχνίδι της Ρεάλ με τη συντοπίτισσά της Ατλέτικο. Ο αγώνας κοντεύει να αρχίσει κι αυτός βρίσκεται δέσμιος της συμμορίας. Τον απελευθερώνει η ίδια γυναίκα που τον είχε παρασύρει στην παγίδα και προλαβαίνει να βρεθεί στο γήπεδο μόλις την τελευταία στιγμή, όπου ανακηρύσσεται και ο ήρωας του αγώνα με τέσσερα προσωπικά του γκολ και δυο ασίστ για τα άλλα δυο τέρματα της ομάδας του.
Η ιστορία μοιάζει με ημιτελής, καθώς δεν κάνει καμιά αναφορά ούτε για την τύχη της κοπέλας που τον απελευθέρωσε, ούτε για την αναμενόμενη τιμωρία των συμμοριτών, σύμφωνα τα ειωθότα των ορθοδόξων αστυνομικών ιστοριών στα pulps της εποχής.
Το κείμενο υπογράφεται από τον Georges Demar και μεταφράζεται από τον… ίδιο! Δηλαδή τον Γιώργο Μαρμαρίδη, ο οποίος το μόνο που μετέφρασε ήταν το ονοματεπώνυμό του στα γαλλικά!
Με δεδομένο δε, ότι η ιστορία δημοσιεύτηκε το 1959, συμπίπτει με τη συγγραφή του ποδοσφαιρικού αναγνώσματος «Γκρέκο» από τον ίδιο, ή ίσως λίγο νωρίτερα μέσα, πάντως, την ίδια χρονιά. Άλλωστε, η περιπέτεια αυτή έχει κοινά σημεία εξέλιξης με μια-δυο περιπέτειες στα πρώτα τεύχη του «Γκρέκο».
Το τελικό συμπέρασμα για το ότι το περιοδικό κυκλοφόρησε μέσα στο 1959 προκύπτει σαφώς από λεγόμενα και συμφραζόμενα σε επίκαιρη συνέντευξη του τότε, ποδοσφαιριστή του Ολυμπιακού Ηλία Υφαντή που του είχε πάρει ο Πότης Στρατίκης. Από τον Πότη Στρατίκη και το δεύτερο ποδοσφαιρικό διήγημα του τεύχους «Το τελευταίο γκολ» του οποίου εμφανίζεται ως μεταφραστής και του οποίου η πλοκή, λίγο-πολύ είναι περίπου όμοια με το κυρίως διήγημα.
Το ευθυμογράφημα «Πάρλας ο εκφωνητής» σύμφωνα με την υπογραφή δεν είναι του Γ. Μαρμαρίδη, όπως στα επόμενα τρία τεύχη, αλλά υπογράφεται ως «Τζεφ». Πρόκειται μάλλον για τον δημοσιογράφο, συγγραφέα και στιχουργό Δημήτρη Τζεφρόνη, αθλητικογράφο στην «Ομάδα», ο οποίος έχοντας το ίδιο σουρεαλιστικό χιούμορ με τον Μαρμαρίδη, θα μπέρδευε, αν δεν είχε την υπογραφή.
Τα διηγήματα του τεύχους συμπληρώνονται από ένα -πραγματικά- μεταφρασμένο αθλητικό διήγημα με αγώνες αυτοκινήτων στο Γκραν Πρι της Νίκαιας.
Η εικονογράφηση, που περιορίζεται στο εξώφυλλο, στο οπισθόφυλλο και σε μια ασπρόμαυρη εσωτερική είναι του Βύρωνα Απτόσογλου.


Γιώργος Βλάχος



24-11-2015






#2) Στάνλεϋ Μάθιους: Αυτός είναι Μάγος

Στάνλεϊ Μάθιους, ο ποδοσφαιριστής-θρύλος που δάμασε τους φυσικούς νόμους του χρόνου παίζοντας σε επαγγελματικό επίπεδο ως τα 50 του χρόνια και για καμιά δεκαριά ακόμα χρόνια σε ερασιτεχνικό επίπεδο. Είναι ό πρώτος Βρετανός ποδοσφαιριστής που του απονεμήθηκε ο τίτλος του σερ για την προσφορά του στον Αθλητισμό γενικά.
Μα στην εποχή του και στη μεγάλη διάρκεια της καριέρας του (1930-1965) είχε ανακηρυχθεί ήδη θρύλος για άλλον λόγο. Ως μάγος της ντρίμπλας. Η μπάλα κολλούσε στη μύτη του παπουτσιού του και με απίστευτες εμπνεύσεις ξεκολλούσε μόνο για να καταλήξει με εξαιρετική ακρίβεια σε συμπαίκτη του σε θέση για γκολ, ή για να καταλήξει στο βάθος των δικτύων της αντίπαλης εστίας.
Το αφήγημα στο δεύτερο τεύχος του περιοδικού «Άσσοι των Γηπέδων» δεν είναι ακριβώς η βιογραφία του μεγάλου αυτού ποδοσφαιριστή, του μεγαλύτερου δεξιού εξτρέμ που ανέδειξε το βρετανικό ποδόσφαιρο, μα ούτε επικεντρώνεται σε κάποιο σημαντικό γεγονός της ζωής του (π.χ. στον Τελικό του Κυπέλλου Αγγλίας το 1953, Μπλάκπουλ-Μπόλτον 4-3, όπου έχει περάσει στην ιστορία ως ο “ Τελικός του Στάνλεϊ Μάθιους ”. Είναι μια, ομολογουμένως, ευχάριστα διαβαστερή αφήγηση για το πώς ξεκίνησε η καριέρα του γεμάτη ιστορικές… ανακρίβειες, που κανονικά δεν δικαιολογούνται από το λογοτεχνικό αξίωμα “συγγραφική αδεία ”.
Επισημαίνουμε μερικές: Η καριέρα του στο γήπεδο άρχισε σε ηλικία 15 χρονών, το 1930 από την ομάδα νέων της Στόουκ Σίτυ και όχι από κάποια ομάδα της τρίτης κατηγορίας του αγγλικού πρωταθλήματος, την “Χάλιφαξ ” (υπαρκτή ομάδα σε αυτήν την κατηγορία που έπαιζε έως το 1933).
Στην Μπλακπούλ, που το αφήγημα λέει ότι μεταγράφηκε ως έφηβος,, πήγε στην πραγματικότητα, φτασμένος πια, το 1947, παρά τον πάνδημο ξεσηκωμό των φιλάθλων της “ Στόουκ ” να μη φύγει.
Ο μοναδικός Μόρτενσεν στη ζωή του Μάθιους ήταν ο Σταν, συμπαίκτης του στην Μπλάκπουλ και όχι Άλαν (φανταστικός) προπονητής στη “Χάλιφαξ”.
Ο Μάθιους περιγράφεται σαν ένας ψηλόλιγνος νεαρός, αλλά με ύψος 1,74 δεν τον λες ψηλό, ωστόσο είχε το ιδανικό ύψος για τη θέση του εξτρέμ. Στη “Στόουκ” ξαναγύρισε το 1961, όπου κι έκλεισε την επαγγελματική του καριέρα το 1965.
Το αφήγημα υπογράφεται από τον Hammer Lee, πιθανώς ανύπαρκτο συγγραφέα γιατί κάνει “μπαμ” από μακριά το ύφος στη δομή των κειμένων του Γιώργου Μαρμαρίδη, στον οποίο χρεώνεται η “απόδοση στα ελληνικά”.
Σύμφωνα με κάποια δεδομένα στοιχεία μέσα από αυτό το τεύχος προκύπτει, όμως, “μυστήριο” με το πότε ακριβώς εκδόθηκε το περιοδικό και αυτό αφορά σε ολόκληρη τη σειρά και των τεσσάρων τευχών των “Άσσων των Γηπέδων”.
Αρχικά είχε εντοπιστεί η έκδοσή του μεταξύ 1958-1960. Αρκετά συνηγορούν σε αυτό. Βασικότερο, ότι οι ποδοσφαιριστές που “βιογραφούνται” είχαν διακριθεί ή απλώς συμμετάσχει στα Παγκόσμια Κύπελλα του 1954 και 1958 χωρίς καμιά αναφορά σε σημαντικά γεγονότα της μετέπειτα καριέρας τους. Σε αυτό το τεύχος υπάρχει συνέντευξη του Θανάση Μπέμπη στον Πότη Στρατίκη, όπου σε κάποιο σημείο αναφέρει ότι στον Ολυμπιακό παίζει ήδη χρόνια. Και επειδή ο Μπέμπης έπαιζε στον Ολυμπιακό από το 1948 ως και το 1963 (με έναν χρόνο ενδιάμεσα όπου είχε δοθεί στον Ακράτητο Άνω Πετραλώνων -1953/54), επιβεβαιώνεται, ότι το περιοδικό θα πρέπει να είχε κυκλοφορήσει τέλη δεκαετίας του ’50. Για την ίδια χρονολογία συνηγορεί και η σύνθεση στο τιμ των συνεργατών του περιοδικού, το οποίο προέρχεται από τη “Μασκούλα” που έκλεισε τον Νοέμβριο του 1959 και προφανώς ο Μαγγανάρης καπάκι κυκλοφόρησε τους “Άσσους”. Βέβαια, τότε ο Μαρμαρίδης έγραφε τον “Γκρέκο” -ποδοσφαιρικό κι αυτό φυλλάδιο για τις εκδόσεις του Στ. Ανεμοδουρά-, αλλά για αυτόν δεν ήταν πρόβλημα να γράφει και δεύτερο αφήγημα μέσα στην ίδια εβδομάδα.
Τις τεκμηριωμένες, κατά κάποιο τρόπο, παραπάνω υποθέσεις έρχεται να τις ανατρέψει, ωστόσο, συντριπτικά ο λόγος για τον οποίο στο αφήγημα ο Μάθιους αναθυμάται σαν φλας μπακ το ξεκίνημα της καριέρας του. Πενηντάρης πια, πληροφορείται ότι η βασίλισσα Ελισάβετ του απονέμει τον τίτλο του σερ! Αυτό έγινε το 1965! Θα υπάρξει κάποιος, που θα υπέθετε ότι ο Μαρμαρίδης το είχε προβλέψει από το 1959;
Τέλος, υπάρχει άραγε επίσης κάποιος άλλος που να γνωρίζει την ακριβή χρονολογία κυκλοφορίας του περιοδικού; Γιατί ο Μαγγανάρης δεν είχε φροντίσει να βάλει ημερομηνίες πρώτη και μοναδική φορά στην καριέρα του ως διευθυντής περιοδικού.
Η εσωτερική εικονογράφηση του αφηγήματος είναι από τον Βύρωνα Απτόσογλου, το εξώφυλλο, μάλλον του ιδίου, αλλά άσχετο με το θέμα. Κάπως… απρόσεκτη η επιμέλεια του εντύπου αφού προαναγγέλλεται για το επόμενο ο Ζυστ Φονταίν και δημοσιεύεται ο Γκαρίντσα (που μια εβδομάδα μετά προαναγγελλόταν για το…πέμπτο τεύχος. Επίσης στο οπισθόφυλλο έχει πορτρέτο του Λινοξυλάκη και μέσα συνέντευξη του Μπέμπη, πράγμα που έγινε αντίστροφα στο τεύχος της επομένης εβδομάδας. 

Γιώργος Βλάχος
15-11-2015










#3Γκαρίνχα: Ο Μελαψός Θεός

Το τρίτο τεύχος του περιοδικού «Άσσοι των Γηπέδων» ήταν αφιερωμένο στον θρυλικό Γκαρρίντσα. Με αυτό το προσωνύμιο έγινε παγκόσμια γνωστός ο Μανουέλ Φραντσίσκο ντος Σάντος, ο έξω δεξιά της «Μποταφόγκο» του Ρίο (1953-1965) και της «Σελεσάο» (της εθνικής Βραζιλίας) μεταξύ 1955-1966… Ο Μανέ, όπως επίσης αποκαλούσαν χαϊδευτικά οι καριόκας οπαδοί της «Μποτά», στις φαβέλες της μεγαλούπολης, τον αγαπημένο τους καλύτερο ντριμπλέρ όλων των εποχών στον κόσμο.
Σύμφωνα με το αφήγημα, κάθε άλλο παρά βιογραφικό, ο Γκαρίντσα εμπλέκεται σε υπόθεση κατασκοπείας στη διάρκεια της τελικής φάσης του Παγκοσμίου Κυπέλλου το 1958 στη Σουηδία. Υποτίθεται ότι έχει αποστολή να παραδώσει έναν άκρως απόρρητο φάκελο στον διαιτητή της συνάντησης -που είναι και αυτός μέλος κατασκοπικού δικτύου- και να παραλάβει από αυτόν έναν επίσης άκρως απόρρητο φάκελο για λογαριασμό της βραζιλιάνικης κυβέρνησης. Η ανταλλαγή των φακέλων θα γινόταν με κάθε συνωμοτική μυστικότητα στο πλαίσιο σεμνής τελετής επίδοσης συγχαρητηρίων του διαιτητή προς τον MVP της συνάντησης και αυτός οπωσδήποτε θα έπρεπε να ήταν ο Γκαρρίντσα! Οποιοσδήποτε άλλος ανακηρυσσόταν καλύτερος παίκτης της συνάντησης Βραζιλίας-Αγγλίας, θα έπαιρνε αυτός τον φάκελο! Το περιεχόμενο του φακέλου επιζητά να το αποκτήσει για λογαριασμό της και η βρετανική Ιντέλιτζενς Σέρβις!
Ας μην ασχοληθούμε περισσότερο με τις απιθανότητες της κατασκοπευτικής πλοκής που καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος του αφηγήματος, η οποία είναι εξάλλου πέρα για πέρα φανταστική και με άτεχνες απιθανότητες… Τουλάχιστον, θα γινόταν πιο πιστευτή, αν αντί της Βρετανίας, ως εμπλεκομένης, ήταν η Σοβιετική Ένωση της οποίας η ομάδα έπαιζε κι αυτή στον ίδιο όμιλο.. Ήταν η εποχή του Ψυχρού Πολέμου, άλλωστε!
Ας σχολιάσουμε, όμως, τα πραγματικά γεγονότα και πρόσωπα που την πλαισιώνουν. Η παράθεσή τους βρίθει τόσων ανακριβειών, ώστε ούτε ως πρόσχημα μπορεί να θεωρηθεί βιογραφική.
Πρώτα-πρώτα σε καμιά βιογραφία του ο Γκαρρίντσα δεν αναφέρεται ότι είχε υπάρξει αξιωματικός του στρατού και μάλιστα της αντικατασκοπείας, όπως τουλάχιστον τον θέλει το αφήγημα. Η μόρφωσή του, εξάλλου, ήταν επιπέδου δημοτικού.
Περιγράφεται σαν ένας σωστός επαγγελματίας αθλητής με μοναδικό του ελάττωμα κάποιο λίγο τσιγάρο. Αντίθετα, ο Γκαρρίντσα ήταν ο πιο άσωτος ποδοσφαιριστής της εποχής του. Κάπνιζε σαν φουγάρο, έπινε στα όρια του αλκοολισμού (τα ξεπέρασε στη δύση της καριέρας του) και η εξάρτησή του από το γυναικείο φύλο τον είχε οδηγήσει σε ερωτικές καταχρήσεις, που άλλον θα τον είχαν ακυρώσει, ακόμα και ως ποδοσφαιριστή σειράς, από προ πολλού! Όχι όμως τον Γκαρρίντσα που μέσα στο γήπεδο ξεσήκωνε την κερκίδα με τις αέρινες και γεμάτες φαντασία ντρίμπλες του προσδίδοντάς του ένα ακόμα προσωνύμιο δημοτικότητας: «Αλεγκρία ντο Πόβο» (Η Χαρά του Λαού)!
Στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1958 μπορεί να μην είχε διακριθεί ατομικώς ιδιαίτερα. Ήταν, ωστόσο, ο ένας από αυτούς που συνέβαλλαν ώστε το βραζιλιάνικο ποδόσφαιρο να θεωρηθεί ως συνώνυμο με την έννοια της ποδοσφαιρικής μαγείας στη διάρκεια εκείνου του τουρνουά. Και όμως στο αφήγημα αναφέρεται ως… άγνωστος στην παγκόσμια ποδοσφαιρική κοινότητα με στερεότυπη προβλέψιμη… ντρίμπλα!
Αλλά το μεγαλύτερο και ουσιώδες λάθος, που ακυρώνει κάθε βιογραφική αξιοπιστία και έχει να κάνει μάλιστα και με την πλοκή είναι ότι πρωταγωνιστεί --για αυτό και ανακηρύσσεται MVP-- στον δεύτερο αγώνα της εθνικής Βραζιλίας στη Σουηδία. Στο παιχνίδι με την Αγγλία, που είχε διεξαχθεί στις 11 Ιουνίου του 1958 και το οποίο έχει καταγραφεί ως το πρώτο ματς που έληξε χωρίς γκολ στην ιστορία του θεσμού, ο Γκαρρίντσα ΔΕΝ είχε παίξει!... Ανύπαρκτο επίσης πρόσωπο είναι και ο Ντέρεκ Κέβαν, ο Άγγλος ποδοσφαιριστής, του οποίου οι συμπατριώτες του κατάσκοποι ζητάνε να διεκδικήσει και να κατακτήσει --έναντι αμοιβής-- τον τίτλο του MVP, ώστε να πάρει αυτός τον πολύτιμο φάκελο με το μυστηριώδες περιεχόμενο!
Και μια τελευταία πληροφορία για φιλάθλους και μη: το παρατσούκλι «γκαρρίντσα» το απέκτησε σε ηλικία τεσσάρων χρονών εξαιτίας μιας δυσπλασίας στο δεξί του πόδι που τον έκανε να βαδίζει σαν κουτσός όπως το πουλί «τρωγλοδύτης» που στα πορτογαλικά της Βραζιλίας λέγεται γκαρρίντσα. Αυτό το σωματικό του ελάττωμα το αξιοποίησε να κάνει τις περίτεχνες και ανίκητες ντρίμπλες του.
Το κείμενο υπογράφεται από τον ΠΑΠ αγνώστων πραγματικών ταυτοτικών στοιχείων, ενώ η εσωτερική εικονογράφηση του αφηγήματος είναι του Βύρωνα Απτόσογλου.
Τα υπόλοιπα θέματα του τεύχους είναι μια συνέντευξη του Κώστα Νεστορίδη στον Πότη Στρατίκη, ο οποίος υπογράφει ως μεταφραστής και ένα διήγημα ταυρομαχίας, «Το Ξίφος του Ταυρομάχου», ένα διήγημα πυγμαχίας που υπογράφει ως μεταφραστής ο Χρ. Γ. (;;;) και η ραδιοφωνική μετάδοση ποδοσφαιρικού αγώνα από την Κίνα, τον οποίο μεταδίδει ο εξωφρενικός εκφωνητής Πάρλας. Καταστάσεις και πολύ σουρεάλ από την πένα (ή για την ακρίβεια) από τη γραφομηχανή του Γιώργου Μαρμαρίδη.
Στο οπισθόφυλλο ζωγραφιστό πορτρέτο του Κώστα Νεστορίδη (μάλλον από τον Β. Απτόσογλου) για Αεκτζήδες κι όχι μόνο. 

Γιώργος Βλάχος
7-11-2015










#4) Φέρεντς Πούσκας: Ταξιαρχία Εφόδου

Αφιερωμένο, λοιπόν, στον Φέρεντς Πούσκας, τον «Καλπάζοντα συνταγματάρχη» του ουγγρικού στρατού στο απόγειο της λάμψης του και στο απόγειο της θρυλικής ουγγρικής εθνικής ομάδας της λεγομένης «Αράνυαπατσάτ» (Χρυσή Ομάδα) με την υπογραφή του Ηλία Μπακόπουλου. Σίγουρα, δείχνει να κατέχει ο Μπακόπουλος τα βιογραφικά του Πούσκας, αλλά και τα «μυστικά» του ουγγρικού ποδοσφαιρικού παρασκηνίου της εποχής.. Ωστόσο, αν και αναφέρεται με γνώση σε πρόσωπα και τοποθεσίες στην Ουγγαρία, παραλείπει να τα ονοματίσει. Τουλάχιστο θα μπορούσε να αναφέρει ονομαστικά και όχι απλώς ως υπουργό των Σπορ, τον Γκούσταβ Σέμπες, μια μεγάλη μορφή του ουγγρικού ποδοσφαίρου που ήταν ταυτόχρονα και ο εκλέκτορας και προπονητής της εθνικής στην χρυσή της περίοδο. 
Το ματς που περιγράφεται στην ιστορία του τεύχους είναι το περίφημο 6-3 με το οποίο οι Ούγγροι συνέτριψαν μέσα στο Γουέμπλεϊ τους Άγγλους, για τους οποίους ήταν η πρώτη ήττα στην έδρα τους.
Αλλά, η ιστορία περιέχει και περιπέτεια αστυνομικής πλοκής. Κάποιοι προσπαθούν να βγάλουν από τη μέση τον Πούσκας για να μην παίξει στην Αγγλία έχοντας ποντάρει τεράστια ποσά σε ήττα της Ουγγαρίας, που θεωρούταν το φαβορί του αγώνα.
Το τεύχος συμπληρώνεται με ένα ακόμα μικρότερο ποδοσφαιρικό διήγημα που το υπογράφει ο Πότης Στρατίκης ως μεταφραστής, μια συνέντευξη του ίδιου με τον Κώστα Λινοξυλάκη και ένα ευθυμογράφημα με υπογραφή «Πάρλας ο εκφωνητής». Το κυριολεκτικά παρανοϊκό χιούμορ του παραπέμπει με ευκολία στο ποιος κρυβόταν  πίσω από την υπογραφή. Ο  Γιώργος Μαρμαρίδης! 
Τέλος, στο οπισθόφυλλο χρωματιστό πορτρέτο του Θανάση Μπέμπη, του βιρτουόζου μεσοεπιθετικού του Ολυμπιακού (1948-1953 και 1954-1963).

Γιώργος Βλάχος
2-11-2015







4 σχόλια:

  1. Συγχαρητήρια για τις καινούριες σειρές . Όμως θέλω να σας ρωτήσω αν θα αναρτήσετε τεύχη της σειράς << Γεράκι >> ;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Δεν νομίζω ότι υπάρχει αυτή η σειρά,το λόγο έχουν ασφαλώς Οι Δημιουργοί του blog,εγώ θα προτιμούσα να ολοκληρωθούν πρώτα οι σειρές που αναρτώνται,Γκαούρ-Ταρζάν,Υπεράνθρωπος,Μ.Ταρζάν,Μ.Φαντομάς,13,Ζούγκλα-Ταρζάν,και σαν συνέχεια θα προτιμούσα να αρχίσει ο Ποδοσφαιρικός Γκρέκο

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Φίλε μας Ανάχαρσι, όλες αυτές οι σειρές θα ολοκληρωθούν. Ο Μικρός Φαντομάς τάχιστα, οι υπόλοιπες σιγά-σιγά, γιατί ο σκοπός είναι να παρουσιάζουμε όσο πιο καλά επεξεργασμένα γίνεται τα τεύχη κι αυτή η διαδικασία είναι χρονοβόρα. Ελπίζουμε συντόμως να κλείσουμε όλες τις εκκρεμότητες.

    ΑπάντησηΔιαγραφή